Πόνος στην Ουρά

Πόνος στην «ουρά»: Κύστη κόκκυγος, κοκκυγοδυνία ή κάτι άλλο;

Ο πόνος που εντοπίζεται στο κατώτερο τμήμα της σπονδυλικής στήλης, γύρω από την περιοχή της μεσογλουτιαίας χώρας, είναι μια ιδιαίτερα επώδυνη κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε οξεία ή χρόνια δυσφορία. Οφείλεται σε δύο κύριες παθήσεις: την κύστη κόκκυγος και την κοκκυγοδυνία.

Κύστη κόκκυγος.

Η κύστη κόκκυγος ή τριχοφωλεακό συρίγγιο αποτελεί σχετικά συχνό πρόβλημα του δέρματος και του υποδορίου ιστού της ιεροκοκκυγικής περιοχής, με τη μέγιστη επίπτωση σε νεαρούς ενήλικες. Εμφανίζεται συνηθέστερα στις ηλικίες 16-25 με αναλογία ανδρών-γυναικών 3:1. Στις ομάδες υψηλού κινδύνου συγκαταλέγονται άτομα δασύτριχα και υπέρβαρα, καθώς και όσοι η εργασία τους είναι καθιστική και πολύωρη. Θεωρείται επίκτητη νόσος, με τις εγκυστωμένες τρίχες στη μεσογλουτιαία σχισμή (ανάμεσα στους γλουτούς) να θεωρείται η αιτία του προβλήματος. Τη θεωρία της επίκτητης πάθησης ενισχύει και η παρουσία τριχοφόρων κύστεων σε ασυνήθεις εντοπίσεις, όπως στον ομφαλό, τη μασχαλιαία κοιλότητα, στις μεσοδακτύλιες πτυχές και στα επουλωμένα κολοβώματα ακρωτηριασμών. 

Η διάγνωση της νόσου τίθεται με οπτική παρατήρηση του πάσχοντος σημείου. Γίνεται επίσης αντιληπτή από τη ρύπανση του εσωρούχου με οροαιματηρό ή πυώδες υγρό. Η κύστη κόκκυγος εμφανίζεται ως οξεία και χρόνια.

Η οξεία μορφή χαρακτηρίζεται από πόνο στην κοκκυγική περιοχή που εμποδίζει τον ασθενή όταν κάθεται, λόγω του σχηματισμού αποστήματος. Σε παραμελημένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν και συστηματικές αντιδράσεις όπως ρίγος ή πυρετός. Στην περιοχή του κόκκυγα υπάρχει έντονη ευαισθησία, πρήξιμο και ερυθρότητα. Μετά τη διάνοιξη του αποστήματος και σε ανύποπτο χρόνο, τα συμπτώματα μπορεί να επανεμφανιστούν. Στη χρόνια μορφή της, η νόσος εμφανίζει αβληχρά συμπτώματα με σημαντική έκκριση οροπυώδους υγρού. Ανευρίσκονται έως και 15 στόμια με μικρή έως άφθονη έκκριση. Από τα στόμια συχνά προβάλλουν τρίχες. 

Η συμβατική αντιμετώπιση της νόσου συνίσταται στη χρήση της «κλειστής» μεθόδου με τη συρραφή του τραύματος, στη φάση που η κύστη δεν έχει λοίμωξη. Άλλη επιλογή είναι η ανοιχτή μέθοδος, όπου το τραύμα παραμένει ανοικτό και κλείνει μόνο του. Ωστόσο, η χειρουργική εκτομή της κύστης κόκκυγος δημιουργεί συνήθως ευμέγεθες τραύμα και την ανάγκη καθημερινής περιποίησης του για 2 – 4 μήνες. Βέβαια, υπάρχουν διαδεδομένες χειρουργικές μέθοδοι με αφαίρεση όλων των συριγγίων επί υγιών ορίων, έως την ιεροκοκκυγική περιτονία, οι οποίες έχουν καλύτερα αποτελέσματα, μην επιτυγχάνοντας ωστόσο να αμβλύνουν σημαντικά μειονεκτήματα της κλασικής χειρουργικής αντιμετώπισης όπως η ανάγκη νοσηλείας, η απώλεια αίματος, το υψηλό ποσοστό υποτροπών (40% περίπου) και οι πολύ επώδυνες καθημερινές αλλαγές του τραύματος.

Συμβαδίζοντας με την πρόοδο της τεχνολογίας, τα τελευταία χρόνια, η θεραπευτική αντιμετώπιση της κύστεως κόκκυγος έχει εξελιχθεί ομοίως ραγδαία, κάνοντας το νυστέρι παρελθόν. Εφαρμόζονται, ειδικότερα, νέες θεραπείες ελάχιστα επεμβατικές, ανώδυνες και αναίμακτες, όπως η χρήση ενδοσκοπικού Laser που ονομάζεται μέθοδος FiLaC. 

Επίσης η ημιενδοσκοπική τεχνική LaPSiT η οποία πραγματοποιείται με χειρουργικό Laser CO2 νέας γενιάς προσφέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα σε πολύ λίγο χρόνο, περίπου 15 λεπτά. Εφαρμόζεται στην οξεία ή τη χρόνια φάση της νόσου με τοπική αναισθησία. Αποτελεί αναίμακτη μέθοδο και αμέσως μετά τη θεραπεία, ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στις καθημερινές του δραστηριότητες, ακόμη και στην εργασία του. Το πλέον σημαντικό, ο πόνος σχεδόν εκμηδενίζεται τόσο κατά τη διάρκεια της επέμβασης όσο και μετεγχειρητικά και η πιθανότητα υποτροπής ελαχιστοποιείται. Τα κύρια πλεονεκτήματά της επομένως είναι η αποτελεσματικότητά της σε συνδυασμό με το άριστο αισθητικό αποτέλεσμα χωρίς την ανάγκη χρονοβόρας και επίπονης μετεγχειρητικής περιποίησης.

Ωστόσο, η πραγματική επανάσταση στη θεραπεία της κύστης κόκκυγος έχει έρθει με τη νέα πρωτοποριακή μέθοδο FiLaC (Fistula Laser Closure), η οποία έχει αλλάξει τα δεδομένα για εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως. Με την τεχνική αυτή δεν γίνεται εκτομή, αλλά ενδοσκοπική εξάχνωση της κύστης με μέγιστη ακρίβεια χιλιοστού και ασφάλεια. Στο πρώτο στάδιο της επέμβασης πραγματοποιείται λεπτομερής χαρτογράφηση της κύστης, κατά την οποία ανευρίσκονται τα όρια της βλάβης καθώς και όλα τα συρίγγια. Στη συνέχεια, σε μία συνεδρία και μέσω μιας πολύ μικρής οπής που υπάρχει συνήθως στο δέρμα (το σημείο όπου καταλήγει το συρίγγιο στο δέρμα), αφαιρείται το περιεχόμενο της κύστης που συνήθως αποτελείται από τρίχες και ιστικά ράκη. Αφού καθαριστεί η κύστη επαρκώς από τους θυσάνους τριχών και από όλα τα φλεγμονώδη στοιχεία, εισάγεται από τη ίδια οπή μία πολύ λεπτή οπτική ίνα Laser και εφαρμόζεται ακτινοβολία συγκεκριμένης έντασης, η οποία προκαλεί ελεγχόμενη καταστροφή της κύστης, των συριγγίων και των διακλαδώσεών τους από μέσα, με φωτοπηξία. Ως επιπρόσθετα προτερήματα της μεθόδου FiLaC, εκτός από όσα αναφέρονται στην εφαρμογή LaPSiT, είναι ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει χειρουργικό τραύμα, αφού δεν γίνεται καμία αφαίρεση ιστού.

Κοκκυγοδυνία

Η κοκκυγοδυνία χαρακτηρίζεται από πόνο στο τελικό όριο του κόκκυγα, ο οποίος συχνά αντανακλάται πέριξ αυτού, στους γλουτούς ή την περιπρωκτική χώρα χωρίς να υπάρχει πάντα οργανικό υπόστρωμα. Ο πόνος συνοδεύεται από αιμάτωμα στην περιοχή, αν προέρχεται από τραυματισμό. Η παραμονή για πολλή ώρα σε καναπέδες ή μαλακές καρέκλες μπορεί να είναι εκλυτικός παράγοντας του πόνου. Επίταση του πόνου σημειώνεται κατά την κένωση του εντέρου (αφόδευση) και σε ορισμένες γυναίκες, κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Η κοκκυγοδυνία θεωρείται παραλλαγή της πρωκταλγίας, οφειλόμενη συχνά σε σπασμό του ηβοκοκκυγικού τμήματος του ανελκτήρα μυός.

Οι εξετάσεις για τη διάγνωση της νόσου περιλαμβάνουν ακτινογραφία του κόκκυγα για να εξακριβωθεί αν υπάρχει κάταγμα των οσταρίων ή εξάρθρημα αυτών, σπινθηρογράφημα οστών τριών φάσεων με γ-κάμερα για τη λεπτομερέστερη αξιολόγηση του τοπικού οστικού μεταβολισμού, μαγνητική τομογραφία της οσφυϊκής μοίρας, του ιερού οστού και του κόκκυγα για την αξιολόγηση των μαλακών μορίων γύρω από τα οστά, των μεσοσπονδύλιων δίσκων στην οσφυϊκή χώρα και για να διαπιστωθεί κατά πόσο σχετίζονται με τις αναδυόμενες νευρικές ρίζες.     

Η θεραπεία που θα ακολουθηθεί στην αντιμετώπιση της κοκκυγοδυνίας εξαρτάται από τη διάγνωση. Η πρόληψη κατά κανόνα αποτελεί και την σωστότερη αντιμετώπιση του προβλήματος. Πολλά περιστατικά κοκκυγοδυνίας είναι τραυματικής φύσεως, λόγω κακώσεων κατά την διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων στο χιόνι ή τον πάγο, τα οποία συμβαίνουν με μεγάλη συχνότητα. Σε αυτά, η χρήση ειδικών προστατευτικών υλικών (μαξιλαράκια) στην περιοχή του κόκκυγα αποτελεί μια εναλλακτική πρακτική αντιμετώπιση, καθώς μετακινεί ελαφρώς το βάρος του κορμού προς τα εμπρός μειώνοντας έτσι κατά πολύ την πίεση που ασκείται στην κοκκυγική περιοχή.

Τα υπογλώσσια δισκία νιτρογλυκερίνης, μυοχαλαρωτικά, αντιχολινεργικοί παράγοντες, κ.ά. δεν έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα. Μετά τη διακοπή τους και αν δεν αλλάξει τον γενικότερο τρόπο ζωής του και/ή εργασίας του, ο ασθενής βιώνει την ίδια ταλαιπωρία. Ως ανακουφιστική θεραπεία, η χρήση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων τις πρώτες 7-10 ημέρες, αν πρόκειται για άλγος του κόκκυγα που δεν οφείλεται σε κάκωση, όπως επίσης και τα παυσίπονα, π.χ. παρακεταμόλη σε συνδυασμό με κωδεΐνη, μπορεί να βοηθήσουν αν η κοκκυγοδυνία οφείλεται σε κάκωση. Εφόσον η κοκκυγοδυνία δεν υποχωρεί με τα συντηρητικά μέσα, η έγχυση κορτιζόνης αποτελεί μια ακόμη θεραπεία εκλογής. 

Η αποφυγή δυσκοιλιότητας, η αποφυγή μακράς παραμονής του ασθενούς στην τουαλέτα, η τοποθέτηση θερμών επιθεμάτων στο περίνεο κατά τις κρίσεις πόνου και η χρησιμοποίηση ενός ήπιου ηρεμιστικού φαρμάκου συγκροτούν το πλαίσιο των ιατρικών συμβουλών προς τους ασθενείς με κοκκυγοδυνία που μπορεί να έχουν πιο ευνοϊκά αποτελέσματα. Σε αυτές συγκαταλέγονται η μικρή και συχνή διακοπή από την καθιστική εργασία, ακόμη και η υιοθέτηση εναλλακτικής στάσης εργασίας στον ηλεκτρονικό υπολογιστή π.χ. σε όρθια θέση. Σημαντική μπορεί να είναι επίσης και η ψυχολογική ενίσχυση των ασθενών, ειδικά σε χρόνιες και σοβαρές περιπτώσεις, λόγω πιθανής ανάπτυξης κατάθλιψης. 

Τα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί η φυσικοθεραπεία ως ακόμη ένα όπλο στην ιατρική φαρέτρα, η οποία προσφέρει σοβαρή επικουρική βοήθεια στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Η ανάταξη υπό αναισθησία μπορεί να αποκαταστήσει τη βλάβη, σε περιπτώσεις εξαρθρήματος, χωρίς όμως να εξασφαλίζει διατήρηση της ανάταξης, λόγω της ασταθούς ανατομίας στην περιοχή του κόκκυγα, ιδιαίτερα σε περιστατικά που έχουν σημεία χρονιότητας. Σε πολύ επιλεγμένες περιπτώσεις και σε αποτυχία της συντηρητικής αγωγής, ο ασθενής μπορεί να καταφύγει στην επιλογή χειρουργικής αντιμετώπισης της κοκκυγοδυνίας. Η μερική ή ολική εκτομή του κόκκυγα προσφέρει ανακούφιση σε ένα μεγάλο ποσοστό σωστά επιλεγμένων ασθενών.

Άλλα αίτια πόνου στην ουρά

Εκτός από την κύστη κόκκυγος και την κοκκυγοδυνία, ο πόνος στην ουρά μπορεί να προκαλείται και από άλλες σπανιότερες παθήσεις. Μερικές από αυτές είναι η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα, η θυλακίτιδα των τριχών της ιεροκοκκυγικής χώρας, οι μικροδιαβρώσεις της επιδερμίδας μετά από μικροτραυματισμούς, η διάσπαση της ουλής μετά από προηγούμενες επεμβάσεις, η ψωρίαση και ο καρκίνος εκ πλακωδών κυττάρων. Η διάγνωση όλων αυτών των προβλημάτων χρειάζεται κάποιον ειδικό και έμπειρο ιατρό, ο οποίος μέσα από το ιστορικό του ασθενούς, την κλινική εξέταση αλλά και μετά από διάφορες άλλες εξετάσεις που μπορεί να χρειαστούν (π.χ. βιοψία) θα καταλήξει στη σωστή διάγνωση του προβλήματος, αλλά και στην ενδεδειγμένη για κάθε περίπτωση θεραπεία.

Κοινοποίηση
Scroll to Top