Ιγμορίτιδα ονομάζεται η πάθηση η οποία χαρακτηρίζεται από φλεγμονή στους παραρρίνιους κόλπους (ιγμόρεια). Είναι γνωστή και ως «παραρρινοκολπίτιδα», και συνήθως είναι αποτέλεσμα κρυολογήματος, αλλεργικής ρινίτιδας, γρίπης κ.α., ενώ προκαλεί μία σειρά συμπτωμάτων τα οποία ποικίλλουν σε ένταση και διάρκεια.
Τι είναι τα Ιγμόρεια;
Τα ιγμόρεια βρίσκονται στην περιοχή της άνω γνάθου, του μετωπιαίου και του ηθμοειδούς οστού πέριξ της ρινός και συνιστούν ένα ενιαίο αεροφόρο σύστημα. Αποτελούν αποπλατυσμένες κοιλότητες που επικοινωνούν με τη μύτη μέσω μικρών οπών. Παράγουν βλέννα και δημιουργούν ένα μηχανισμό εφύγρανσης, ενυδάτωσης και καθαρισμού του αέρα.
Ορισμένες παθολογικές καταστάσεις μπορούν να οδηγήσουν σε υπερβολική συγκέντρωση βλέννας στους παραρρίνιους κόλπους. Όταν αυτή η στάση των εκκρίσεων παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα, τότε μπορεί να προκληθεί μόλυνση των ιγμορείων η οποία καλείται ιγμορίτιδα.
Ποιοι παράγοντες μπορεί να οδηγήσουν σε ιγμορίτιδα;
Οι παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε ιγμορίτιδα είναι ένας ή περισσότεροι από τους παρακάτω:
- Κοινό κρυολόγημα
- Πολύποδες μύτης
- Αλλεργική ρινίτιδα
- Στραβό ρινικό διάφραγμα
- Φλεγμονή στα δόντια
- Κυστική ίνωση
- Συστηματικό κάπνισμα
- Συνθήκες που προκαλούν απότομες μεταβολές στην ατμοσφαιρική πίεση, όπως είναι η κατάδυση, η προσγείωση αεροσκάφους κ.ά.
Ανάλογα με το είδος και τη διάρκεια των συμπτωμάτων η ιγμορίτιδα διακρίνεται στους ακόλουθους τύπους:
Οξεία Ιγμορίτιδα
Η οξεία ιγμορίτιδα παρουσιάζεται με ρινική συμφόρηση, καταρροή και αίσθημα βάρους στο πρόσωπο. Ο ασθενής μπορεί επίσης να εμφανίσει πόνο στις περιοχές των αυτιών, πίεση στα δόντια, βήχα και πυρετό. Η οξεία ιγμορίτιδα συνήθως οφείλεται σε ιούς και εμφανίζεται ξαφνικά. Αν τα συμπτώματα ξεπεράσουν σε διάρκεια τις 7 με 10 ημέρες τότε η πάθηση θεωρείται ότι οφείλεται σε κάποιο βακτήριο. Η συνήθης διάρκειά της είναι 2 με 4 εβδομάδες.
Υποξεία Ιγμορίτιδα
Στην υποξεία ιγμορίτιδα τα συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν από 4 έως 12 εβδομάδες.
Χρόνια Ιγμορίτιδα
Ως χρόνια ιγμορίτιδα ορίζεται η ιγμορίτιδα της οποίας τα συμπτώματα επιμένουν για περισσότερες από 12 εβδομάδες. Σε αυτήν την περίπτωση ο ασθενής παρουσιάζει βλεννοπυώδεις εκκρίσεις οι οποίες συχνά είναι οπισθορρινικές (η βλέννα κατευθύνεται προς το λαιμό).
Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
- Πόνο/ βάρος στο πρόσωπο
- Πονοκέφαλο
- Περιορισμένη όσφρηση
- Βήχα
Οι συνηθέστεροι παράγοντες που προδιαθέτουν σε χρόνια ιγμορίτιδα είναι οι παρακάτω:
- Πολύποδες μύτης
- Σκολίωση ρινικού διαφράγματος σοβαρού βαθμού
- Αλλεργική ρινίτιδα
Υποτροπιάζουσα Ιγμορίτιδα
Όταν ο ασθενής εμφανίζει τέσσερα ή περισσότερα επεισόδια ιγμορίτιδας ετησίως τότε κάνουμε λόγο για υποτροπιάζουσα ιγμορίτιδα.
Διάγνωση
Ο ΩΡΛ θα θέσει τη διάγνωση της ιγμορίτιδας μετά από αναλυτική εξέταση η οποία περιλαμβάνει καταγραφή του ιστορικού και της συμπτωματολογίας του ασθενούς, καθώς και ενδοσκόπηση μύτης.
Κατά την ενδοσκόπηση, με τη χρήση ειδικού λεπτού εργαλείου (ενδοσκόπιο) το οποίο συνδέεται με κάμερα, επιτυγχάνεται η απεικόνιση του εσωτερικού της μύτης σε μεγέθυνση. Με τον τρόπο αυτό είναι εφικτός ο εντοπισμός του σημείου και της έκτασης του προβλήματος, γεγονός απαραίτητο για την επιτυχή θεραπευτική προσέγγιση.
Εάν ο γιατρός κρίνει απαραίτητο τον περαιτέρω διαγνωστικό έλεγχο, τότε μπορεί να συστήσει αξονική ή μαγνητική τομογραφία παραρρινίων κόλπων.
Ποια είναι η θεραπεία για την Ιγμορίτιδα;
Η κατάλληλη θεραπεία καθορίζεται σύμφωνα με τα αίτια, τον τύπο και τα συμπτώματα της ιγμορίτιδας.
Εάν η ιγμορίτιδα οφείλεται σε ιογενή λοίμωξη ο γιατρός μπορεί να συστήσει κάποιο αποσυμφορητικό ρινικό σπρέυ και πλύσεις με αλατόνερο ή ειδικό ρινικό διάλυμα. Ωστόσο, η χρήση του αποσυμφορητικού δεν πρέπει να ξεπερνά τις 5 – 7 συνεχόμενες ημέρες (ανάλογα με την περίπτωση) καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε φαρμακευτική ρινίτιδα.
Σε περίπτωση που τα συμπτώματα διαρκούν περισσότερο από 7 με 10 ημέρες ή είναι εξαρχής πολύ έντονα, στον ασθενή θα χορηγηθούν επιπλέον αντιβιοτικά για 14 ημέρες. Σημαντική θέση στη θεραπεία της παραρρινικολπίτιδας έχουν και τα κορτιζονούχα ρινικά σπρέυ τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε περίπτωση που η πάθηση δεν ανταποκρίνεται στη συντηρητική αγωγή ή συνδυάζεται με πολύποδες μύτης τότε η ενδοσκοπική χειρουργική ρινός-παραρρινίων δίνει μόνιμη λύση στο πρόβλημα.
Επιπλέον, όταν η ιγμορίτιδα συνυπάρχει με σκολίωση ρινικού διαφράγματος τότε η χειρουργική αντιμετώπιση του στραβού διαφράγματος βοηθά αποφασιστικά στην αποκατάσταση της φυσιολογικής ροής του αέρα στη μύτη.
Μιχαήλ Δ. Τσούνης MD, PhD
Χειρουργός ΩΡΛ Ενηλίκων και Παίδων – Στρατιωτικός Ιατρός
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Θεσσαλονίκης
https://orltsounis.gr/